Τουρκικός Αναθεωρητισμός και Μυωπικές Προσεγγίσεις - Sourta-Ferta

Post Top Ad

Τουρκικός Αναθεωρητισμός και Μυωπικές Προσεγγίσεις

Του Σπύρου Γιατρά *
 Παρά τη διαχρονικότητα και την οξύτητα του προβλήματος «βαθυστόχαστοι» ξένοι, αλλά, φευ, και εγχώριοι αναλυτές και πολιτικοί αποδίδουν επίμονα και αφελώς την επικινδύνως κλιμακούμενη τουρκική προκλητικότητα σε βάρος των εθνικών μας συμφερόντων είτε στις επικείμενες εκλογές, είτε σε ανατολίτικο παζάρι προς εξασφάλιση επιμέρους ωφελημάτων στο πλαίσιο μιας «κεκτημένης» κοντόφθαλμης κατευναστικής διεθνούς πολιτικής.

 Υποβαθμίζεται έτσι ή και παραβλέπεται εντελώς η πραγματική επιδίωξη της γείτονος, που δεν είναι άλλη από τον μετασχηματισμό της σε δύναμη ανοιχτής θάλασσας, τη βελτίωση των στρατιωτικών επιδόσεων του στρατού της, την προώθηση επιχειρησιακών βάσεων στα απώτατα όρια των νεοοθωμανικών της φαντασιώσεων, την άσκηση ετσιθελικά ηγετικού και πατερναλιστικού ρόλου στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, την ισότιμη εν τέλει συμμετοχή της στο κλαμπ των ισχυρών του πλανήτη. Πιστεύοντας ότι έχει ήδη κατοχυρώσει τον αυτόνομο περιφερειακό της ρόλο φιλοδοξεί στη μετεξέλιξή της σε παγκόσμιου βεληνεκούς οντότητα. Δεν είναι επομένως συγκυριακού χαρακτήρα η δήλωση του υπερφίαλου προέδρου της ότι η Τουρκία ασφυκτιά εντός των υφιστάμενων σήμερα κατά το διεθνές δίκαιο νόμιμων συνόρων της.

 Ειδικότερα με τη θεωρία περί «Γαλάζιας Πατρίδας» επιδιώκει την κυριαρχία της στην ανατολική Μεσόγειο, «υποχρεωτικό», κατά το ΕΛΙΑΜΕΠ, «σημείο διέλευσης των εμπορικών οδών που συνδέουν την Ευρώπη με τον Ινδικό Ωκεανό και κατ΄ επέκταση με τις αγορές της νοτιοανατολικής Ασίας». Στο πλαίσιο της εθνικιστικής -  επεκτατικής αυτής έπαρσης η Ελλάδα με τα Αιγαιοπελαγίτικα νησιά της και η Κυπριακή Δημοκρατία συνιστούν στρατηγικούς της αντιπάλους. 

 Η μυωπική και μονοδιάστατη ερμηνεία αυτής της συμπεριφοράς ως απλού επικοινωνιακού ζητήματος εσωτερικής κατανάλωσης εγκλωβίζει, συν τοις άλλοις, τη χώρα μας στην εθνικά καταστροφική πολυτέλεια  ένταξης του μείζονος προβλήματος των Ελληνοτουρκικών σχέσεων στη ρηχή ατζέντα της καθημερινής μικροπολιτικής αντιπαράθεσης. Επιβάλλεται να συνειδητοποιηθεί ότι το πρόβλημα δεν έγκειται ούτε στην «ιδιορρυθμία» και την πολύχρονη παραμονή του Ερντογάν στην εξουσία, ούτε στις όποιες συγκυριακές του σκοπιμότητες, αλλά στον αποτυπωμένο στο σύνταγμα και στη συνείδηση ευρύτατων λαϊκών στρωμάτων δομικό και θεσμικό Τουρκικό εθνικισμό. Σε συνδυασμό βέβαια με την αδιαφορία ή την ολιγωρία των δυτικών οικονομικοπολιτικοστρατιωτικών δομών να καταστήσουν σαφή τα όρια της ανεκτικότητάς τους έναντι του ισοπεδωτικού ναρκισσισμού της Άγκυρας.

Η προσωποποίηση και η συγκυριοποίηση μιας παγιωμένης εθνικιστικής-επεκτατικής στρατηγικής θα οδηγήσει αναπόφευκτα κάποτε στην.... πτώση "από τα σύννεφα"!!!!!

ΟΙ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ   ΣΥΝΘΗΚΕΣ
 Το καθεστώς της Ελληνικής κυριαρχίας επί των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και της Δωδεκανήσου διέπεται από τρεις διαφορετικές διεθνείς συνθήκες. Συγκεκριμένα: 
Με τη συνθήκη της Λωζάνης του 1923 (άρθρο 13) ρυθμίζεται το καθεστώς Λέσβου, Χίου Σάμου και Ικαρίας απαγορεύοντας ναυτικές εγκαταστάσεις ή οχυρωματικά έργα, όχι όμως και τη στρατιωτική παρουσία. Με τη σύμβαση του Μοντρέ του 1936 αίρονται οι περιορισμοί της συνθήκης της Λωζάνης σχετικά με τον εξοπλισμό της Λήμνου και της Σαμοθράκης, γεγονός που έχει αναγνωριστεί επισήμως και πανηγυρικά και από την ίδια την Τουρκία. Ο Ρουσέν Εσφέρ, πρέσβης της στην Αθήνα, σε επιστολή του τον Μάϊο του 1936 προς τον τότε πρωθυπουργό και υπουργό εξωτερικών Ιωάννη Μεταξά γράφει χαρακτηριστικά: «Κατ΄ εντολήν της κυβερνήσεώς μου είμαστε εξ ολοκλήρου σύμφωνοι στη στρατιωτικοποίηση Λήμνου και Σαμοθράκης». Και δυο μήνες αργότερα ο Τούρκος υπουργός εξωτερικών Ρουσού Αράς αγορεύοντας, παρουσία σημειωτέον του πρωθυπουργού Ισμέτ Ινονού, στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση κατά τη διαδικασία κύρωσης της σύμβασης του Μοντρέ υποστηρίζει: «Οι διατάξεις της συνθήκης της Λωζάνης που θέλουν αποστρατιωτικοποιημένα τα νησιά Λήμνο και Σαμοθράκη, τα οποία ανήκουν στη φίλη και γείτονα Ελλάδα, καταργούνται βάσει της συνθήκης του Μοντρέ, γεγονός που μας ευχαριστεί ιδιαίτερα». (Εφημερίδα πρακτικών Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, 31 Ιουλίου 1936, τεύχος 12, σελ. 309). Τα Δωδεκάνησα τέλος παραχωρούνται από την Ιταλία πλήρως στην Ελλάδα το 1947, βάσει της Διεθνούς Συνθήκης των Παρισίων, της οποίας η Τουρκία δεν αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος και άρα δεν νομιμοποιείται να την επικαλείται. 

 Το βαθύ εθνικιστικό Τουρκικό κράτος, του οποίου ο Ερντογάν αποτελεί συστημικό παράγωγο, δεν ερμηνεύει κατά το δοκούν μόνο το περιεχόμενο αυτών των συνθηκών, αλλά αποσιωπά ή παρερμηνεύει και το κατοχυρωμένο με το άρθρο 51 του χάρτη του Ο.Η.Ε. «φυσικό δικαίωμα της ατομικής ή συλλογικής νόμιμης άμυνας», το οποίο ενέχει χαρακτήρα αναγκαστικού Διεθνούς Δικαίου και άρα υπερτερεί τυχόν συμβατικών υποχρεώσεων, έστω και τουρκιστί ερμηνευόμενων. Παραβλέπει ακόμα σκόπιμα ότι η απειλή χρήσης βίας συνιστά παραβίαση του άρθρου 24 του χάρτη του Ο.Η.Ε., που αποτελεί επίσης θεμελιώδη κανόνα του Διεθνούς Δικαίου. Μόνιμη διεκδικητική του μέθοδος η αυθαιρεσία, το νταϊλίκι, η συστηματική αποφυγή κύρωσης της συμφωνίας για το δίκαιο της θάλασσας και η πεισματική άρνηση προσφυγής στα διεθνή δικαιοδοτικά όργανα για την επίλυση της μόνης υπαρκτής διαφοράς, που έγκειται αποκλειστικά στην οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και Α.Ο.Ζ..
Ούτως εχόντων των πραγμάτων η Τουρκία με απόλυτη επίγνωση του νομικά ανυπόστατου των διεκδικήσεών της αντιτάσσει στη δύναμη του δικαίου το «δίκαιο» της δύναμης. Ο Ερντογάν διακατέχεται από τον ίδιο ακριβώς αναθεωρητισμό με τον Πούτιν, εξίσου επικίνδυνο για την παγκόσμια σταθερότητα, ασφάλεια και ειρήνη. Για την αποτελεσματική αντιμετώπισή του δεν αρκούν προφανώς μόνο οι αναγκαίες επικλήσεις του Διεθνούς Δικαίου. Πρόκειται άλλωστε για γλώσσα άγνωστη σε τέτοιου τύπου ηγεσίες και καθεστώτα.

Η Ελλάδα απειλούμενη με πόλεμο σε περίπτωση άσκησης των κυριαρχικών της δικαιωμάτων στην αιγιαλίτιδα ζώνη και προκαλούμενη από το 1974 και εντεύθεν ποικιλοτρόπως και αδιαλείπτως σε στεριά, αέρα και θάλασσα, με υπαρκτό το ενδεχόμενο τουρκικής επίθεσης στη Θράκη ή σε κάποιο Αιγαιοπελαγίτικο νησί, όχι μόνο δικαιούται αλλά και υποχρεούται να απευθυνθεί στον νεοσουλτάνο και στη «μητρική» του γλώσσα. Τη γλώσσα τουτέστιν της ισχύος. Επί της ουσίας όμως και όχι απλά επικοινωνιακά με τη συμμετοχή της σε ένα ρητορικό διαγωνισμό οξύτητας και μισαλλοδοξίας, αλλά με καθαρότητα θέσεων, σταθερότητα, νηφαλιότητα, ετοιμότητα και αποφασιστικότητα. Αξιώνοντας επιτακτικά και από τους συμμάχους της να πράξουν το ίδιο, υπενθυμίζοντάς τους ότι με πολιτικές κατευνασμού μεγαλομανών δικτατόρων δεν προστατεύθηκε ποτέ η ανθρωπότητα από ανείπωτες θηριωδίες και παγκόσμιες τραγωδίες. 

Μια εθνική στρατηγική έναντι του νοοθωμανικού αναθεωρητισμού δεν μπορεί παρά να εμπεριέχει ταυτόχρονα την αναβάθμιση των διεθνών μας σχέσεων και συμμαχιών, την ενίσχυση των αμυντικών και αποτρεπτικών μας ικανοτήτων, τη σαφή – χωρίς αστερίσκους, πολυγλωσσία και υποσημειώσεις – οριοθέτηση του δικού μας casus belli, την πλήρη αξιοποίηση της γεωπολιτικής και γεωοικονομικής σημασίας της χώρας μας στο πλαίσιο μιας συνεκτικής Ευρωατλαντικής πολιτικής τόσο για την εξουδετέρωση του ρωσικού αναθεωρητισμού και των επίδοξων μιμητών του, όσο και για τον περιορισμό του κινέζικου οικονομικού επεκτατισμού.

ΟΙ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΗΣ   ΙΣΤΟΡΙΑΣ
 Η ιστορία καταγράφει, μιλάει και κυρίως προειδοποιεί. Ας την αφουγκραστούμε:
Η εμμονή του Καραγεώργη της Σερβίας να θέσει υπό την κυριαρχία του τους Σέρβους της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης αποσπώντας τους από τους Αψβούργους οδήγησε, έστω και με χρονοκαθυστέρηση, στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. 
Η αξίωση του Χίτλερ να ενώσει τη Γερμανία με την ανατολική Πρωσία δια διαδρόμου μέσω της Πολωνίας επέφερε τον Β΄. 
Και οι νεοαυτοκρατορικές φιλοδοξίες του Πούτιν να αποσπάσει εδάφη από ανεξάρτητες σήμερα χώρες, πρώην Σοβιετικές «δημοκρατίες», αναζωπυρώνοντας παράλληλα και παρόμοιες ορέξεις ομοφρόνων του, απειλεί με τον Γ΄.

 Οι λαοί, υποτασσόμενοι παθητικά σε αυταρχικά, εθνικιστικά και πολεμοχαρή ιμπεριαλιστικά καθεστώτα και αποποιούμενοι κάθε ευθύνη τους, προβάλλοντας ως «άλλοθι» απλοϊκά – πολιτικάντικα συνθήματα του τύπου «οι λαοί δεν φταίνε» ή «οι λαοί δεν έχουν τίποτα να μοιράσουν», θα βρεθούν μοιραία, αργά ή γρήγορα, στη δεινή θέση να «μοιράζονται» νεκρούς, τραυματίες, αιχμαλώτους, οικονομική αφαίμαξη και κοινωνικά δράματα.

 Η διεθνής κοινότητα, αν οραματίζεται την επιβίωση, την ειρήνη, την πρόοδο και την ευημερία της, δεν έχει παρά να ακυρώνει εν τη γενέσει του, χωρίς όρους και αιρέσεις, κάθε συνοριακό αναθεωρητισμό, απελευθερωμένη «σαν έτοιμη από καιρό» από τη διαβρωτική αυταπάτη ενός δήθεν «έντιμου» συμβιβασμού μεταξύ ισχύος και δικαιοσύνης. Ας χαραχτεί ανεξίτηλα στο νου της ανθρωπότητας ο λόγος του διαχρονικά επίκαιρου Θουκυδίδη: 
«Ο δυνατός προχωρά πάντα, όσο η δύναμή του τού επιτρέπει  και ο αδύναμος υποχωρεί αντίστοιχα, όσο η αδυναμία του τού επιβάλλει».
Εν κατακλείδι η αφέλεια και η ωφέλεια είναι μεν  λέξεις ομοιοκατάληκτες, έννοιες όμως μη συμβατές.

* Ο Σπύρος Γιατράς είναι πρώην βουλευτής, πρόεδρος της Α.Δ.Ε.Δ.Υ, σύμβουλος της Ευρωπαϊκής, Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ( EESC).

(Το άρθρο δημοσιεύτηκε στις 11-10-22 στη ημερήσια εφημερίδα της Ζακύνθου ΕΡΜΗΣ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου



EVIA XALKIDA PHOTOS

Pages